Υπάρχει μια γενικότερη σύγχυση, τόσο στον πληθυσμό που δεν έχει άμεση σχέση με την ιατρική, όσο και στον ιατρικό κόσμο, σχετικά με το αντικείμενο της παιδοακτινολογίας.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Παιδοακτινολογική Εταιρεία (ESPR), τα παιδιά δεν είναι μικρού μεγέθους ενήλικες («children are not small adults»). Θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν παιδιά, με ιδιαιτερότητες που σχετίζονται με την ηλικία τους (συνήθεις παραλλαγές, συγγενείς ή αναπτυξιακές διαταραχές). Και αυτό ισχύει τόσο όσον αφορά την προσέγγισή τους στην παιδιατρική, όσο και στην παιδιατρική ακτινολογία.
Η παιδιατρική ακτινολογία είναι, λοιπόν, ο τομέας της ακτινολογίας που ασχολείται με την απεικονιστική μελέτη των παιδιών, από την περίοδο ακόμα του εμβρύου, μέχρι περίπου την ηλικία των 16 ετών. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα εξετάσεων, από τον απλό ακτινολογικό έλεγχο, την υπερηχογραφική εξέταση, πιο περίπλοκες εξετάσεις με τη χρήση του αξονικού και μαγνητικού τομογράφου, αλλά και την επεμβατική ακτινολογία.
Η παιδιατρική ακτινολογία, όπως και γενικότερα η ακτινολογία, εξελίσσεται παράλληλα με την τεχνολογία. Η αλματώδης ανάπτυξη της τελευταίας έχει βελτιώσει σημαντικά τόσο την ευκρίνεια και την ταχύτητα, αλλά και τις διαγνωστικές δυνατότητες σε όλο το φάσμα της ακτινολογικής απεικόνισης.
Πρέπει να τονίσουμε ως παιδοακτινολόγοι την ευαισθησία μας στην ακτινοπροστασία του εξεταζόμενου παιδιατρικού ασθενούς. Όπου είναι δυνατόν, συστήνεται και προτιμάται η χρήση των υπερήχων, με τους οποίους αποφεύγουμε τελείως την ακτινοβόληση. Αλλά και στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητη η χρήση ιοντίζουσας ακτινοβολίας (ακτινογραφία, αξονικός τομογράφος), επιλέγονται τεχνικές και μέθοδοι απεικόνισης και τα πρωτόκολλα προσαρμόζονται κατάλληλα, ώστε να περιορίζουν κατά το δυνατόν την έκθεση [ALARA, as low as (is) reasonably achievable, Image Gently ®].
Η επένδυση σε σύγχρονα μηχανήματα, με ενσωματωμένες τεχνολογίες αιχμής, από την Κλινική «ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ», συμβάλλει σημαντικά στην αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και στην καλύτερη διαγνωστική προσέγγιση των παιδιατρικών ασθενών. Αυτό δεν αφορά μόνο το τμήμα ακτινογραφιών, όπου εκτός από τις απλές ακτινογραφίες και τον ακτινοσκοπικό έλεγχο δίνεται πλέον η δυνατότητα καλύτερης μελέτης και μέτρησης της οστικής ηλικίας του παιδιού (ακτινογραφία άκρας χειρός), αλλά και τη δυνατότητα ακτινολογικής απεικόνισης ολόκληρης της σπονδυλικής στήλης (full spine X-ray) για τη μελέτη σκολίωσης.
Δεδομένη είναι και η συνεισφορά των σύγχρονων μηχανημάτων Αξονικού (με επιλογή και προσαρμογή των πρωτοκόλλων) και Μαγνητικού Τομογράφου στη διενέργεια όλου του φάσματος των εξετάσεων και στην απεικόνιση των οργάνων και συστημάτων του παιδιατρικού ασθενή.
Εξάλλου, πρέπει να τονιστούν οι δυνατότητες που παρέχονται πλέον στην Κλινική «ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ» με τη χρήση τελευταίας γενιάς υπερήχων στη διαγνωστική προσέγγιση των μικρών παιδιών. Το τελευταίο θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς σε πολλές περιπτώσεις η υπερηχογραφική εξέταση (λόγω υψηλής ευαισθησίας, μη επεμβατικότητας, επαρκούς κόστους, ταχύτητας, δυναμικής φύσης και επαναληψιμότητας) θεωρείται τουλάχιστον 1ης γραμμής ή και μοναδική απαραίτητη εξέταση (“one stop shop”) για τον παιδιατρικό ασθενή.
Παρακάτω αναφέρονται ορισμένες από τις σύγχρονες εφαρμογές των υπερήχων στην Κλινική «ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ».
Τα τελευταία χρόνια έχουμε οργανώσει - σε συνεργασία με εξειδικευμένο παιδοορθοπαιδικό ως ομάδα - και αναπτύξει στην Κλινική την υπερηχογραφική εξέταση για τον έλεγχο της αναπτυξιακής δυσπλασίας του ισχίου, εφαρμόζοντας την μέθοδο Graf. Η ενημέρωση και ο συστηματικός πληθυσμιακός έλεγχος των νεογνών/βρεφών οδηγεί στην έγκαιρη και κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση και στον περιορισμό των χειρουργικών παρεμβάσεων.
Με τους υπερήχους μπορούμε να ελέγξουμε και σε μεγαλύτερα παιδιά τόσο την άρθρωση του ισχίου, όσο και άλλες αρθρώσεις, για συλλογή υγρού- υμενίτιδα.
Ως ομάδα, με συναδέλφους παιδίατρους, μελετούμε υπερηχογραφικά το ουροποιητικό σύστημα στα παιδιά. Συνηθέστερα μετά από προγεννητική διάταση ή μετά από επεισόδιο ουρολοίμωξης, αλλά και στα πλαίσια διερεύνησης κυστικών βλαβών – συγγενών ανωμαλιών, ψηλαφητών μαζών, αιματουρίας, οξείας νεφρικής ανεπάρκειας, νευρογενούς κύστης ή δυσλειτουργικών ενοχλημάτων.
Έχουμε μάλιστα τη δυνατότητα, σε συνεργασία με συναδέλφους παιδοχειρουργούς, διενέργειας ανιούσας υπερηχογραφικής κυστεογραφίας (Voiding urosonography-VUS) ως μέθοδο ανάδειξης και παρακολούθησης της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης με τη χρήση ειδικών ηχοενισχυτικών σκιαγραφικών ουσιών για τους υπερήχους. Είναι μια διαγνωστική, απόλυτα ασφαλής και αξιόπιστη μέθοδος, και το κυριότερο χωρίς ιοντίζουσα ακτινοβολία, σε αντίθεση με την ανιούσα ακτινοσκοπική κυστεοουρηθρογραφία (VCUG), η οποία μέχρι πρότινος θεωρείτο εξέταση εκλογής. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε την επιπλέον επιβάρυνση και τους κινδύνους από την ακτινοβόληση των ωοθηκών και των όρχεων που γειτνιάζουν με την ουροδόχο κύστη.
Η υπερηχογραφική απεικόνιση τόσο των όρχεων, όσον αφορά τη θέση (σε ερώτημα κρυψορχίας) και του μεγέθους, την πιθανή συστροφή ή φλεγμονή, όσο και των ωοθηκών (μέγεθος- θέση- συγγενείς ανωμαλίες- όγκοι) ή τη διερεύνηση σε περίπτωση πρόωρης εφηβείας ή αμηνόρροιας, είναι επίσης εφικτή.
Έχουμε τη δυνατότητα απεικόνισης του νεογνικού εγκεφάλου υπερηχογραφικά μέσω των ανοικτών πηγών (κυρίως της πρόσθιας), η οποία θεωρείται μια απλή, καθιερωμένη, μη επεμβατική τεχνική για την ενδοκράνια αξιολόγηση κυρίως του πρόωρου νεογνού, την ανάδειξη συγγενών δομικών ανωμαλιών ή και απλή μέθοδος screening για τον αποκλεισμό μεγάλης ενδοκράνιας παθολογίας.
Η δυνατότητα ελέγχου της βατότητας των ραφών του κρανίου υπερηχογραφικά θεωρείται μια ασφαλής, πρώτη μέθοδος διερεύνησης πιθανής κρανιοσυνοστέωσης, περιορίζοντας την ανάγκη για απλές ακτινογραφίες κρανίου και αποφεύγοντας έτσι πάλι την ανάλογη ακτινική επιβάρυνση.
Ο υπερηχογραφικός έλεγχος διογκωμένων τραχηλικών λεμφαδένων μας επιτρέπει αξιόπιστα και γρήγορα να διαφοροποιήσουμε την έντονη φλεγμονώδη αντίδραση ή διήθηση από αποστηματοποίηση.
Παρακολουθώντας υπερηχογραφικά, μετά από γεύμα, την καρδιοοισοφαγική συμβολή, ελέγχουμε πιθανή γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση, ενώ σε περίπτωση ρουκετοειδών εμέτων, παρακολουθώντας το πυλωρικό άντρο σε νεογνό, μπορούμε να αποκλείσουμε ή επιβεβαιώσουμε υπερτροφική πυλωρική στένωση.
Μπορούμε, επίσης, όχι μόνο να εντοπίσουμε πιθανό εγκολεασμό εντερικών ελίκων, σε περίπτωση εντοπισμένου εστιακού έντονου κοιλιακού πόνου, αλλά και να παρέμβουμε με ειδική τεχνική υπερηχογραφικά για τη λύση του εγκολεασμού.
Μπορούμε να μελετήσουμε τις έλικες του λεπτού εντέρου υπερηχογραφικά (Small bowel Intestinal Utrasound), σε περίπτωση ιδιοπαθών φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου και με τη χρήση ειδικών σκιαγραφικών ουσιών υπερήχων και ειδικού λογισμικού, που διαθέτει η Κλινική, να αναδείξουμε και ποσοτικοποιήσουμε τον βαθμό ενεργότητας της φλεγμονής και την ανταπόκριση στην ανάλογη θεραπεία.
Με τη χρήση ειδικών σκιαγραφικών ουσιών υπερήχων μπορούμε, επίσης, να μελετήσουμε την αγγειακή συμπεριφορά και να χαρακτηρίσουμε βλάβες εντοπιζόμενες σε διάφορα όργανα, και κυρίως στο ήπαρ.
Τέλος, μπορούμε πλέον εκτός από τον έλεγχο πιθανής λιπώδους διήθησης του ηπατικού παρεγχύματος και εστιακών ή διάχυτων βλαβών, να υπολογίσουμε με τη μέθοδο της ελαστογραφίας τον βαθμό σκληρότητας- ίνωσης του παρεγχύματος.