Τι είναι η ακράτεια ούρων;
Ακράτεια ούρων ονομάζεται η ακούσια απώλεια ούρων. Διαχωρίζεται σε ακράτεια ούρων κατά τη διάρκεια της ημέρας, δηλαδή όταν το παιδί είναι ξύπνιο, και σε ενούρηση, ακούσια απώλεια ούρων κατά τη διάρκεια του ύπνου, συμπεριλαμβανομένου και του μεσημεριανού ύπνου.
Πότε η ακράτεια ούρων είναι φυσιολογική;
Μέχρι την ηλικία των 5 ετών, η ενούρηση θεωρείται ένα φυσιολογικό φαινόμενο και οφείλεται στην ανεπαρκή ωρίμανση των υπεύθυνων για τον έλεγχο της ουροδόχου κύστης τμημάτων του εγκεφάλου. Ήδη στην ηλικία των 3 ετών, πολλά παιδιά καταφέρνουν να είναι στεγνά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το χρονικό σημείο επίτευξης αυτού διαφέρει από άτομο σε άτομο και αποτελεί ένα άλμα εξέλιξης που πρέπει να στηριχτεί ενεργά από τους γονείς, χωρίς να ασκείται πίεση στο παιδί. Η εκπαίδευση της κύστης μπορεί να ξεκινήσει ήδη από την ηλικία των 18 μηνών, εάν το παιδί δείχνει αντίστοιχα σημάδια ωριμότητας, όπως πλήρη έλεγχο στην αποβολή κοπράνων, στεγνή πάνα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, απροθυμία να φορέσει πάνα. Το αργότερο για την έναρξη της εκπαίδευσης θεωρείται η ηλικία των 24 μηνών. Βασικός στόχος είναι η ομαλή μετάβαση στη ζωή χωρίς πάνα και η αποφυγή άσκησης πίεσης ή δημιουργίας ενοχής στο παιδί.
Πόσο συχνή είναι η ακράτεια ούρων;
Η συχνότητα εμφάνισης της ενούρησης στην ηλικία των 7 ετών είναι γύρω στο 10% και είναι 2 φορές πιο συχνή στα αγόρια από ό,τι στα κορίτσια. Στην ηλικία των 10 ετών, ένα ποσοστό 5% δεν είναι ακόμα στεγνό, ενώ στην ηλικία των 16 ετών αυτό το ποσοστό πέφτει γύρω στο 1%. Στην περίπτωση της ακράτειας ούρων κατά τη διάρκεια της ημέρας, τα κορίτσια το εμφανίζουν πιο συχνά σε σχέση με τα αγόρια. Στην ηλικία των 7 ετών, η συχνότητα είναι 3-5%. Πιστεύουμε πως τα ποσοστά αυτά είναι πολύ πιο υψηλά, αν αναλογιστούμε πως μόνο το 1/3 των ασθενών αναζητούν ιατρική βοήθεια.
Γιατί μπορεί να παρουσιάζει ένα παιδί ακράτεια ούρων;
Η ακράτεια ούρων κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να οφείλεται σε παθολογικά αίτια, όπως είναι οι ανωμαλίες του ουροποιητικού συστήματος ή οι νευρολογικές βλάβες. Κάποιες φορές, οι ανωμαλίες αυτές διαγιγνώσκονται με τη γέννηση του παιδιού, πολύ συχνά όμως παραμένουν αδιάγνωστες για αρκετά χρόνια. Η διάγνωσή τους μπορεί να τεθεί εύκολα μέσω ενός ενδελεχούς ιστορικού, μιας άρτιας κλινικής εξέτασης και ενός υπερηχογραφήματος του ουροποιητικού συστήματος από ειδικούς. Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι, κάποιες φορές, τα αίτια είναι πιο απλά και σχετίζονται κυρίως με λανθασμένες συνήθειες, όπως το να ξεχνά το παιδί να πηγαίνει τουαλέτα ή να πηγαίνει υπερβολικά συχνά.
Στην περίπτωση της ενούρησης, υπάρχουν δύο βασικά κριτήρια διαχωρισμού. Το πρώτο κριτήριο είναι η συνύπαρξη ή όχι κάποιας δυσλειτουργίας της ουροδόχου κύστης κατά τη διάρκεια της ημέρας. Στην πρώτη περίπτωση, η θεραπεία αυτής πρέπει να προηγείται της θεραπείας της ενούρησης και η ενούρηση χαρακτηρίζεται ως μη μονοσυμπτωματική. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα 2/3 των παιδιών με ενούρηση. Στα συμπτώματα ανήκουν οι πολύ συχνές κενώσεις, η κατακράτηση ούρων και η έντονη έπειξη για ούρηση. Η ακράτεια ούρων κατά τη διάρκεια της ημέρας δεν συνυπάρχει πάντα, γι΄αυτό και τα προβλήματα αυτά πολλές φορές δεν διαγιγνώσκονται, η διάγνωσή τους όμως είναι καίρια για τη σωστή αντιμετώπιση.
Στη δεύτερη περίπτωση, έλλειψης δυσλειτουργίας της ουροδόχου κύστης, παρουσιάζεται μια μορφή κληρονομικότητας. Εάν ο ένας γονιός είχε ενούρηση, η πιθανότητα το παιδί του να παρουσιάζει το ίδιο είναι 44%, ενώ στην περίπτωση που παρουσιαζόταν και στους δύο γονείς, η πιθανότητα φτάνει το 77%. Η μορφή αυτή χαρακτηρίζεται ως μονοσυμπτωματική ενούρηση. Τα αίτια της μονοσυμπτωματικής ενούρησης είναι πολλαπλά, ο βαθύς ύπνος, η ανωριμότητα του κέντρου ελέγχου της ουροδόχου κύστης και η μεγάλη ποσότητα ούρων τη νύχτα που ξεπερνά τη χωρητικότητα της ουροδόχου κύστης. Η ακούσια κένωση της κύστης μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε non-REM φάση του ύπνου, κυρίως όμως στο πρώτο τρίτο αυτού. Παιδιά με ενούρηση παρουσιάζουν πολλές φορές κατήφεια, έλλειψη αυτοεκτίμησης και μειωμένη ποιότητα ζωής. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν με την αντιμετώπιση της ενούρησης.
Το δεύτερο κριτήριο διαχωρισμού της ενούρησης, το οποίο αποτελεί κριτήριο και για την απώλεια ούρων κατά τη διάρκεια της ημέρας, είναι το φαινόμενο της επανεμφάνισης. Στην περίπτωση επανεμφάνισης της ακράτειας ούρων σε παιδιά που ήταν παραπάνω από 6 μήνες στεγνά, μιλάμε για δευτεροπαθή ακράτεια και δευτεροπαθή ενούρηση. Σε αυτή την κατηγορία ασθενών, η πιθανότητα τα αίτια να είναι ψυχολογικά είναι αυξημένη.
Συμπερασματικά, η ακράτεια ούρων, σε οποιαδήποτε μορφή της, είτε την ημέρα είτε τη νύχτα, αφορά σε μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού και επηρεάζει την ψυχολογία και την καθημερινότητα όλων των εμπλεκόμενων (παιδιά, αδέρφια, γονείς). Όμως, με την αναζήτηση καταρτισμένης βοήθειας και τη σωστή και έγκαιρη διάγνωση, υπάρχει η δυνατότητα αντιμετώπισης.
Ελευθερία Κωσταντίνη
Παιδίατρος- Παιδονεφρολόγος